ΥΠΕΡΑΝΩ ΠΑΣΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΥΠΟΨΙΑΣ

Από τον Νώντα Κούκα

Περί συμβατικών θεωριών

Η ιστορία των ιδεών είναι γεμάτη από ριζοσπαστικές και ρηξικέλευθες ιδέες, όπου η πλειονότητα του κοινού, θέλοντας να συντρίψει τα εμπόδια του παραδοσιακού τρόπου σκέψης, βιάστηκε να τις αγκαλιάσει• ενώ ο επιστημονικός κόσμος έδειχνε έναν υπερβολικό βαθμό συντηρητισμού, που εξαιτίας του κατέπνιγε κάθε νέα άποψη. Περιπτώσεις σαν του Μπρούνο, του Γαλιλαίου, του Καντ, του Δαρβίνου, του Μαρξ, του Φρόυντ είναι μερικές ανάμεσα σε όλες αυτές που θα μπορούσαν να αναφερθούνε εδώ σχετικά.

Η ιστορία της αστρονομίας, πάλι, περιέχει εξαιρετικά παραδείγματα της ίδιας τάξης. Φέρ’ ειπείν, είναι γνωστός ο τρόπος με τον οποίο ο επιστημονικός κόσμος υποδέχτηκε τις κοσμολογικές ιδέες του Ιμμάνουελ Καντ. Στα 1775, πρότεινε τον συλλογισμό πως ο Γαλαξίας θα μπορούσε να είναι ένα ασήμαντο μονάχα τμήμα κάποιου τεράστιου συνόλου «νησιών του σύμπαντος», του οποίου ορισμένα αντικείμενα – χαρακτηρισμένα από τον Μεσιέ σαν ελλειπτικά νεφελώματα – ήταν άλλα συνθετικά του. Χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν διακόσια χρόνια μέχρις ότου οι έρευνες των Χαμπλ και Μπάντι επιβεβαιώσουν τελικά τον συλλογισμό του Καντ και τον καταστήσουν γενικά αποδεκτό. Σήμερα πια γνωρίζουμε πως η Ανδρομέδα δεν είναι ένα νεφέλωμα, αλλά μια αληθινή νησίδα του σύμπαντος που βρίσκεται σε μια απόσταση πάνω από 2.000.000 έτη φωτός μακριά από τη Γη.

Στην (συμβατική) επιστήμη, οι θεωρίες δεν πρέπει να γίνονται αποδεκτές ή να απορρίπτονται δίχως σοβαρούς λόγους. Η προσωπικότητα, η συμπεριφορά ή το παρελθόν των θιασωτών της δεν πρέπει να ασκούν καμία επίδραση πάνω στην αποδοχή ή στην απόρριψη μιας θεωρίας. Αλλά πάνω απ’ όλα, θα πρέπει ολότελα να αγνοείται η θέση της απέναντι στην πολιτική, θρησκευτική και επιστημονική ορθοδοξία – δεν πρέπει δηλαδή με κανέναν τρόπο να αξιολογείται μέσα από τα ιδεολογικά φίλτρα της εκάστοτε ιστορικά κοινωνικοοικονομικής εξουσίας.

Τώρα όμως ας σταθούμε λίγο στο τι εννοούμε όταν χαρακτηρίζουμε μία ή κάποιες ιδέες σαν «θεωρία». Εδώ διαπιστώνουμε μια σύγχυση, μεγαλύτερο μέρος της οποίας χρεώνεται στην απέχθεια ή στην ανικανότητα των κριτικών να κάνουν τη διάκριση μεταξύ θεωρητικών διαβεβαιώσεων και θετικών επικυρώσεων. Τα γεγονότα και οι θεωρίες δεν ανήκουν στο ίδιο εννοιολογικό επίπεδο. Τα γεγονότα είναι καταστάσεις πραγμάτων, ή περιστατικά, ιδιαίτερα και ειδικά μέσα στον χωρόχρονο του κόσμου. Εκφράζονται με ορολογίες που είναι σωστές ή λανθασμένες• παίρνουν τις τιμές της αλήθειας ή του ψεύδους, ανάλογα με το αν αυτές ανταποκρίνονται ή όχι στα πράγματα ή στα πραγματικά γεγονότα. Ένα παράδειγμα: Αν πω «ζυγίζω Χ κιλά και έχω ύψος Ψ cm», διατυπώνω μια θετική επικύρωση που μπορεί να επαληθευτεί ή να διαψευστεί. Οι θετικές επικυρώσεις μπορούν να μπαίνουν στη βάσανο της επαλήθευσης, τουλάχιστον υπό κανονικές συνθήκες, καταφεύγοντας σε συγκεκριμένες εμπειρικές μεθόδους. Στην περίπτωσή μου μπορώ να συμβουλευτώ τη ζυγαριά και το αναστημόμετρο.

Ωστόσο όταν κάνουμε λόγο για θεωρητικές διαβεβαιώσεις, τα πράγματα γίνονται εντελώς διαφορετικά. Τα γεγονότα μας προσφέρονται από την ίδια την εμπειρία μας, όμως εκείνο που η εμπειρία δεν μπορεί να μας προσφέρει είναι η σχέση που συνδέει το ένα γεγονός με το άλλο. Όταν έχουμε λοιπόν μια τεράστια ποικιλία γεγονότων, οφείλουμε εμείς οι ίδιοι να προσφέρουμε αυτή τη σχέση – και το επιτυγχάνουμε αυτό διατυπώνοντας μια θεωρία. Επομένως η θεωρία συνιστά μια προσπάθεια ερμηνείας ενός πλήθους γεγονότων. Το νόημα της θεωρίας έγκειται στην ερμηνεία.

Μέσα από μια θεωρία επιδιώκουμε να εξηγήσουμε την προσωπική μας εμπειρία. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις θεωρητικές διαβεβαιώσεις σαν να ήταν θετικές επικυρώσεις. Πράγμα που σημαίνει πως τα κριτήρια που θα υιοθετήσουμε για να αξιολογήσουμε τις πρώτες είναι διαφορετικά από αυτά που προορίζονται για τον υπολογισμό της αξίας των δεύτερων. Αν πούμε, για παράδειγμα, πως η θεωρία της εξέλιξης είναι αληθινή, σημαίνει πως δεν καταλαβαίνουμε το πώς μια θεωρία λειτουργεί μέσα στην ομιλία. Αν η εξέλιξη είναι μια θεωρία, τότε δεν μπορεί να είναι ούτε αληθινή ούτε ψεύτικη, παρόλο που μπορεί να είναι σωστή ή λαθεμένη, πιθανή ή απίθανη, αληθοφανής ή μη αληθοφανής. Αν η θεωρία της εξέλιξης λαμβάνει υπόψη της το πλήθος των γεγονότων που έχουν διαπιστώσει οι σοφοί και αν τα εξηγεί καλύτερα από κάθε άλλη θεωρία, τότε μπορούμε να πούμε πως η εξέλιξη, σαν θεωρία, είναι μια σωστή εξήγηση εκείνων που, ειδάλλως, θα παρέμεναν ανεξήγητα.

Προς μια υπερ-ιστορική θεωρία

Τώρα αισίως φτάσαμε στην καρδιά και στην κορύφωση της συζήτησης. Είναι ηλίου φαεινότερον πλέον πως μια κοσμολογική/κοσμική θεωρία της (κοινωνικής) συνείδησης, εκφεύγει ολωσδιόλου τόσο από τις θεωρητικές διαβεβαιώσεις όσο και από τις θετικές επικυρώσεις. Δηλαδή, δεν μπορεί να είναι ούτε αληθής ούτε ψευδής• ούτε σωστή ούτε λανθασμένη• ούτε πιθανή ούτε απίθανη – μα ούτε αληθοφανής ούτε μη αληθοφανής. Γιατί; Διότι, όπως έχουμε ήδη σημειώσει σε προηγούμενα κείμενα, η Αλήθεια δεν αποδεικνύεται (θεώρημα μη πληρότητας, Γκέντελ)• το σωστό και το λάθος είναι καθαρά θέμα προσωπικής επιλογής του παρατηρητή στο πώς στήνει το «πέτασμα» της συνείδησής του απέναντι στην πληροφορία της ιστορίας (πείραμα δύο σχισμών του Γιανγκ και καθυστερημένης επιλογής του Γουίλερ)• το πιθανό και το απίθανο είναι καθαρά θέμα κατανόησης της κβαντομηχανικής και της αρχής της απροσδιοριστίας• και τέλος το αληθοφανές και το μη αληθοφανές είναι θέμα καθαρά της συνείδησης ως πεπερασμένης ή άπειρης πληροφορίας (μη γνήσιας ή γνήσιας κλάσης αντίστοιχα) συνδεδεμένης, δηλαδή, ή μη συνδεδεμένης με τη μη συμβατική κυκλική ιεραρχική σχέση του Απόλυτου, του Μαθηματικού και του Φυσικού Απείρου (Ω, V, U).

Άρα, με λίγα λόγια, τι απομένει; Προσοχή! Αυτό που μένει είναι πως μια γνήσια θεωρία της κοινωνικής συνείδησης θα είναι πρώτα απ’ όλα εξήγηση προσωπικών/υποκειμενικών εμπειριών, που όμως – αν είναι όντως γνήσια – οφείλει να εξηγήσει και ένα τεράστιο πλήθος συλλογικών εμπειριών με κοινό παρανομαστή. Ουσιαστικά, εδώ κάνουμε λόγο για την αντι-θεωρία της ύπαρξης• μια εξωτική θεωρία της συνείδησης που θα υπερβαίνει την κοινή λογική και τη βαρυτική δύναμη του τετραδιάστατου χωροχρονικού συνεχούς – μια θεωρία Υπεράνω Πάσης Ιστορικής Υποψίας.

ΥΓ: Μια ψοφοδεής στάση απέναντι στην εν λόγω αντι-θεωρία, κατά την ταπεινή μας άποψη, είναι ανεπίτρεπτη για τρεις κυρίως λόγους: i) Είναι αντι-φιλοσοφική• ii) Είναι αντι-επιστημονική και iii) Είναι και αντι-κοινωνική. Κατά συνέπεια, εδώ και τώρα θα κριθεί η επαναστατική οξυδέρκεια του φιλόσοφου, του επιστήμονα και (κυρίως) του κοινωνικού επαναστάτη – με εισαγωγικά ή με χωρίς εισαγωγικά.

9/10/2015

Posted on 9 Οκτωβρίου, 2015, in ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ. Bookmark the permalink. 3 Σχόλια.

Σχολιάστε